ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΟΚ

Το ERC στις νέες κατευθυντήριες οδηγίες του 2015 προτείνει για την αντιμετώπιση του σοκ, σαν βέλτιστη θέση, την τοποθέτηση του θύματος ύπτια (με την πλάτη κάτω). Σε περίπτωση που δεν υπάρχει καμία ένδειξη για τραύμα, τα πόδια ανυψώνονται παθητικά για περαιτέρω παροδική (<7 λεπτά) βελτίωση των ζωτικών σημείων. Η κλινική σημασία της βελτίωσης αυτής όμως όπως αναφέρεται είναι αβέβαιη.

Η κατάσταση σοκ εμφανίζει βλάβη στην περιφερειακή κυκλοφορία. Μπορεί να προκληθεί από την ξαφνική απώλεια των υγρών του σώματος ( αιμορραγία, τραύμα, έμφραγμα μυοκαρδίου, πνευμονική εμβολή κ.α.). Η κύρια θεραπεία είναι η αντιμετώπιση της κύριας αιτίας, αλλά η υποστήριξη της κυκλοφορίας είναι σημαντική. Υπάρχουν δυνητικά κλινικά οφέλη της βελτίωσης των ζωτικών σημείων και της καρδιακής λειτουργίας με την τοποθέτηση ατόμων με σοκ σε ύπτια θέση, αντί μιας διαφορετικής μετακίνησης του θύματος. Η ανύψωση των ποδιών μπορεί να βελτιώσει το ρυθμό της καρδιάς, τη μέση αρτηριακή πίεση κ.α. αρκεί να μην υπάρχει υποψία τραύματος.

Οι μελέτες έδειξαν ότι ο βέλτιστος βαθμός ανύψωσης των ποδιών κυμαίνεται από 30° έως 60°. Καμία μελέτη ωστόσο δεν έδειξε δυσμενείς επιπτώσεις που οφείλονται στην ανύψωση των ποδιών.

Η Διεθνής Ομοσπονδία Ερυθρού Σταυρού και Ερυθράς Ημισελήνου (IFRC) αναφέρει ως σοκ ένα γενικό όρο που περιγράφει την έλλειψη αίματος σε όργανα και ιστούς στερώντας τα έτσι από οξυγόνο. Τα αίτια μπορεί να είναι από αιμορραγία, τραυματισμό, καρδιακή ανακοπή, αναφυλαξία, τοξίνες κ.α. Οι άνθρωποι που βιώνουν σοκ μπορεί να παραπονιούνται για αδυναμία, κόπωση, ζάλη και να παρουσιάζουν μειωμένο επίπεδο συνείδησης. Οι πάροχοι πρώτων βοηθειών μπορεί να παρατηρήσουν υγρό, ωχρό δέρμα με ταχύπνοια και ταχυκαρδία.

Όταν συγκεκριμένες αιτίες του σοκ προσδιορίζονται στην αρχική εκτίμηση ο διασώστης πρώτων βοηθειών θα πρέπει να επικεντρωθεί στη διαχείριση αυτών των αιτιών (ιδίως διακοπή αιμορραγίας) και την υποστήριξη της κυκλοφορίας. Η σωστή τοποθέτηση του θύματος/ ασθενούς μπορεί να υποστηρίξει την κυκλοφορία. Η IFRC προτείνει:
  • θα πρέπει να διατηρείται η θερμοκρασία του σώματος σε θύμα με σοκ ώστε να παρεμποδίζεται απώλεια θερμότητας.
  • το θύμα θα πρέπει να τοποθετείται σε ύπτια θέση
  • εάν το θύμα είναι χωρίς αισθήσεις αλλά αναπνέει φυσιολογικά το θύμα τοποθετείται σε θέση ανάνηψης με εξασφαλισμένο ανοιχτό αεραγωγό.
  • τα πόδια μπορούν να ανυψωθούν 30° έως 60° αν αυτό κάνει το θύμα να νοιώσει καλύτερα. Αυτό μπορεί να βελτιώσει τα ζωτικά σημεία για λίγα λεπτά.
  • εάν απειλείται η ζωή του θύματος από το σοκ πρέπει άμεσα να γίνει κλήση για εξειδικευμένη βοήθεια.
  • για ασθενείς σε κατάσταση σοκ από γνωστή καρδιακή αιτία θα πρέπει να τοποθετείται διαφορετικά (ύπτια θέση με ελαφρά ανύψωση του άνω μέρους του σώματος).
  • εάν το θύμα έχει πρόβλημα στην αναπνοή και δεν μπορεί να τοποθετηθεί ύπτια, τότε μπορεί να μπει σε πιο ανεκτή θέση γι αυτόν όπως ημικαθιστή ή καθιστή με κλίση προς τα εμπρός).
Τέλος το PHTLS ήδη από το 2001 αναφέρει ότι οι ασθενείς με σοκ πρέπει να μεταφέρονται σε ύπτια θέση. Ειδικές τοποθετήσεις όπως η θέση Trendelenburg δεν τις συνιστά. Η στάση αυτή μπορεί να επιδεινώσει την αναπνευστική λειτουργία λόγω μετακίνησης των ενδοκοιλιακών οργάνων στο διάφραγμα. Επίσης μπορεί να αυξήσει την ενδοκρανιακή πίεση σε ασθενείς με εγκεφαλικές κακώσεις. Δίνεται έμφαση στην εξασφάλιση των αεραγωγών και της αναπνοής και φυσικά των αιμορραγιών ενώ τονίζεται και η σημασία της διατήρησης της θερμοκρασίας αφού η υποθερμία οδηγεί σε μυοκαρδιακή δυσλειτουργία, δυσκολία πήξης του αίματος, αύξηση του καλίου στο αίμα, αγγειοσυστολή και άλλα προβλήματα που μειώνουν τις πιθανότητες επιβίωσης.

Όπως και να έχει είναι πολύ σημαντική η πρακτική εξάσκηση του εν δυνάμει διασώστη ώστε να αναγνωρίζει τα σημάδια και να εκτελεί σωστά τις δεξιότητες. Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και ειδικά για τους εθελοντές χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στις ενέργειες που θα εκτελέσουν.